Σάββατο 23 Αυγούστου 2008

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ Γεώργιος Ζαχ. Σκουλούδης-Εμμανουήλ Παχλάς

Έχω πολλές φορές αναφερθεί στο έργο τής Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης και του προέδρου της κ. Μιχάλη Τρούλη, σε σημείο που φοβάμαι πως θα παρεξηγηθώ στο τέλος. Ωστόσο κάθε φορά που παίρνω στα χέρια μου κάποια έκδοση της Ι.Λ.Ε.Ρ. μου είναι αδύνατον να αντισταθώ στον πειρασμό και να μην γράψω δυο λέξεις.
«Διπλωματία και πόλεμος» είναι ο τίτλος του πολυτελούς τόμου που μου έκανε την τιμή να μου δωρίσει αυτή τη φορά ο αεικίνητος Μιχάλης Τρούλης. Συγγραφείς του, δύο έγκριτοι Ρεθεμνιώτες, ο καθηγητής Δημήτριος Στεργίου, απόγονος δύο ιστορικών οικογενειών του Ρεθύμνου και ο πρέσβης ε.τ. Χρήστος Ζαχαράκης. Θέμα του η πολιτεία του Γεωργίου Ζαχ. Σκουλούδη και του ήρωα Εμμανουήλ Παχλά, που αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό τους οι οικογένειές τους ενώθηκαν με συγγενικούς δεσμούς.
Ο τίτλος του ανεκτίμητου αυτού ιστορικού πονήματος κρίνεται απόλυτα επιτυχής αφού οι δύο ήρωες του βιβλίου υπηρέτησαν αντίστοιχα τη διπλωματία ο πρώτος και τον πόλεμο ο δεύτερος.
Τση Κρήτης εγυρέψανε τση λευτεριάς σημάδι
κι αυτή τη χέρα εσήκωσε κι έδειξ’ οθέν’ τ’ Αρκάδι.
Τη δύσκολη χρονιά του 1866 είχαν πυκνώσει πάλι τα σύννεφα του πολέμου πάνω από το κουρσεμένο Ρέθεμνος και μια ακόμη επανάσταση ήταν έτοιμη να ξεσπάσει. Προξενικός Πράκτορας της Ρωσίας στο Ρέθυμνο υπηρετούσε ήδη από ετών ο Γεώργιος Σκουλούδης, ένας πλούσιος ανοιχτομάτης έμπορος, που εκμεταλλευόμενος τη θέση του προσπαθούσε με συνεχείς αναφορές να προκαλεί την επέμβαση της Μεγάλης Αυτοκρατορίας που εκπροσωπούσε, προς όφελος των δύσμοιρων συμπατριωτών του.
Παρά το γεγονός ότι η μόρφωσή του ήταν εγκυκλοπαιδική, κυρίως, κατάφερνε μέσα από τις φαινομενικά αμερόληπτες αναφορές του να διεκτραγωδεί την κατάσταση στην οποία βρισκόντουσαν οι υπόδουλοι Ρεθεμνιώτες. Αναφέρει με λεπτομέρειες την οικονομική τους κατάσταση, τους τρόπους διαβίωσης όπως και τις πιέσεις, τους εξευτελισμούς και τα βάσανα στα οποία τους υπέβαλαν οι κατακτητές. Ήδη από το 1861 γνωστοποιεί στο Ρωσικό Προξενείο των Χανίων τις Τουρκικές αδικοπραγίες στο Μοναστήρι Βένι και συνεχίζει να ενημερώνει ανελλιπώς, να ζητά την έγκριση για να κάνει παρεμβάσεις και να παρακινεί τη Μεγάλη Δύναμη να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες. Ωστόσο τα αλληλοσυγκρουόμενα, πολλές φορές, συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και η προσήλωση της Ρωσίας στον ρόλο του παρατηρητή για να μη διαταράξει τις σχέσεις της με την Υψηλή Πύλη, ελάχιστα ωφέλησαν τους εξαθλιωμένους Ρεθεμνιώτες.
Έτσι από τους πρώτους μήνες του 1866 η, ούτως ή άλλως, έκρυθμη κατάσταση είχε διαταραχθεί σοβαρά. Οι χριστιανοί πρόκριτοι σε μια ύστατη προσπάθεια αποτροπής τής ανοιχτής σύγκρουσης είχαν αρχίσει να συνέρχονται και να κάνουν διαβήματα προς κάθε κατεύθυνση. Τέτοια διαβήματα έγιναν πολλά που έφταναν στους Προξενικούς Πράκτορες των Μεγάλων Δυνάμεων και βέβαια στον Ρώσο Πράκτορα Γεώργιο Σκουλούδη που τα διαβίβαζε αμέσως, συντάσσοντας και τη δική του αναφορά.
Η απάντηση της Τουρκίας στην κινητικότητα αυτή ήταν να στείλει τον Μουσταφά Πασά με πολυπληθή στρατό με στόχο να καταστείλει κάθε μορφή αντίστασης ή διαμαρτυρίας στην περιφέρεια του Ρεθύμνου. Ανήσυχος ο Γεώργιος Σκουλούδης βλέπει την καταστροφή να έρχεται και προσπαθεί με όσες δυνάμεις διαθέτει να τη σταματήσει. Φτάνει στο σημείο να συναντηθεί με τον Μουσταφά Πασά και να συνομιλήσει μαζί του, όμως τα γεγονότα τρέχουν και δεν τα προλαβαίνει. Χωριά λεηλατούνται και καίγονται, χριστιανοί σφαγιάζονται, γυναίκες ατιμάζονται, χαλασμός απ’ άκρη σ’ άκρη.
Όποιοι έχουν όπλα τα παίρνουν και πιάνουν τα βουνά. Κι από κοντά γυναικόπαιδα, που εκτός από την προστασία που επιζητούν, βοηθούν τους άντρες στον αγώνα. Τα γεγονότα από κει κι ύστερα είναι λίγο πολύ γνωστά. Το πολιορκημένο Αρκάδι δέχεται λυσσαλέα επίθεση αλλά οι υποστηρικτές του, ανάμεσά τους κι ο Εμμανουήλ Παχλάς με την ομάδα του, καλά κρατούν. Οι ώρες περνούν, οι επιθέσεις διαδέχονται η μία την άλλη, τα μπαρουτάσκαγα των πολιορκημένων σώνονται, η κεντρική πύλη του Μοναστηριού πέφτει κι οι Τούρκοι, σκυλιά λυσσασμένα, ορμούν στον περίβολο. Ο Εμμανουήλ Παχλάς με την ομάδα του επιχειρεί έξοδο κι όλοι μαζί, μέχρι τον τελευταίο, πέφτουν μαχόμενοι ηρωικά. Μέσα στον γενικό χαμό ο Ηγούμενος Γαβριήλ ευλογεί κι ο Γιαμπουδάκης σέρνει την μπιστόλα του και τη στρέφει στην Μπαρουταποθήκη. «Τρόχαλος έγινε η Μονή κι εσείστη ο Ψηλορείτης…».
Ο Γεώργιος Σκουλούδης δεν παραλείπει να ενημερώνει ανελλιπώς το Ρώσικο Προξενείο στα Χανιά, ενώ παράλληλα παρέχει στέγη, τροφή και προστασία σε πλήθος κατατρεγμένων. Κι όμως η μοίρα δεν φύλαξε τα καλύτερα για τον μεγάλο αυτό Ρεθύμνιο άντρα. Τα γηρατειά, εκτός από την απώλεια της όρασης, του έφεραν κι άλλα δεινά. Οικογενειακές προστριβές, διαζύγιο σ’ αυτή την προχωρημένη ηλικία με τη γυναίκα της ζωής του, δικαστήρια με τη μοναχοκόρη και τον γαμπρό του, προσπάθεια να χαρακτηριστεί παράφρονας και ν’ αποξενωθεί από την περιουσία του. Και το αποκορύφωμα, η αντικατάστασή του από τη θέση του Προξενικού Πράκτορα Ρεθύμνης, ύστερα από 25 χρόνια αφοσιωμένης υπηρεσίας που τον ανάγκασε να συντάξει την τελευταία του επίσημη αναφορά που ξεχείλιζε από συναίσθημα και παράπονο.
Συγγνώμη οφείλω να ζητήσω που σας κούρασα. Όμως παρασύρθηκα από τη δύναμη του περιεχομένου, τον πλούτο των στοιχείων που παραθέτει και την όλη περίοδο που συνέβησαν κοσμοϊστορικά γεγονότα. Συγχαρητήρια αξίζουν στους συγγραφείς, όπως και στην ΙΛΕΡ και τον πρόεδρό της Μιχάλη Τρούλη για το δώρο που έκαναν στο Ρέθυμνο φωτίζοντας αυτές τις τόσο σημαντικές προσωπικότητες.