Με μεγάλη χαρά πήρα στα χέρια μου το βιβλίο-αφιέρωμα, του Πολιτιστικού Συλλόγου Πετροκεφαλίου στον μεγάλο συγχωριανό τους, το δημοσιογράφο Νίκο Μαρκάκη. Δεν έχω την τιμή να τον γνωρίζω προσωπικά. Μέσα από τα κείμενά του όμως, είναι σαν να τον ξέρω χρόνια ατέλειωτα. Έτσι θεώρησα χρέος μου να γράψω δυο κουβέντες για τον ίδιο και το έργο του.
Ο Νίκος Μαρκάκης, σπάνιο δείγμα ανήσυχου πνεύματος, είναι παλαίμαχος της δημοσιογραφίας. Γεννημένος στο Πετροκεφάλι Ηρακλείου το 1926 από αγρότες γονείς, έζησε τις δυσκολίες της εποχής, τον πόλεμο, τις ανέχειες και τις κακουχίες. Παρά τις όποιες δυσκολίες όμως τα κατάφερε και τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο πρώτα κι αργότερα την Πάντειο.
Από νωρίς στα βάσανα της ζωής, νωρίς και στη δημοσιογραφία. Σε ηλικία μόλις 19 ετών τον συναντούμε να κάνει τα πρώτα του δειλά δημοσιογραφικά βήματα στο «Βήμα» του Λαμπράκη. Ακολουθούν δεκαετίες ολόκληρες γόνιμης δημοσιογραφικής δουλειάς, τόσο στην ίδια εφημερίδα, όσο και σε άλλα έντυπα τού ομίλου Λαμπράκη όπως « Τα Νέα», «Ταχυδρόμος», «Οικονομικός Ταχυδρόμος» και «Ομάδα».
Ανήσυχο πνεύμα, όπως ανάφερα και παραπάνω, δεν επαναπαύεται στις δάφνες τού επιτυχημένου δημοσιογράφου και δεν αρκείται στα έντυπα του ομίλου που τον φιλοξενεί. Αντίθετα, άρθρα, χρονογραφήματα κι άλλα δείγματα της δουλειάς του δημοσιεύονται κατά καιρούς σε πλειάδα εντύπων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
Υπήρξε μέλος της Ένωσης Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου και της Ένωσης Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών και χρημάτισε ανταποκριτής της εφημερίδας «Ο Θραξ στη Διασπορά» του Τορόντο-Καναδά.
Είναι μέλος αρκετών δημοσιογραφικών, λογοτεχνικών, επαγγελματικών και λοιπών ενώσεων και έχει τιμηθεί με πλήθος μεταλλίων, βραβείων κι επαίνων. Εκτός των άλλων έχει τιμηθεί με χρυσό μετάλλιο από τον Ερυθρό Σταυρό και με μετάλλια Εθνικής Αντίστασης της περιόδου 1941-1945.
Αντιπροσωπεύει το ήθος μιας άλλης γενιάς δημοσιογράφων και τον διακρίνει το πάθος για τις αξίες που συχνά επικαλούμαστε όλοι μας.
«Ζυμωμένος με τη μυρωδιά τού λειωμένου αντιμονίου», υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο το πραγματικά δύσκολο λειτούργημα της δημοσιογραφίας που «για να ασκηθεί γονίμως, χρειάζονται γνώσεις, ευρηματικότητα βαθειά και ηθική βάση σταθερά», όπως λέει ο θεμελιωτής τής δημοσιογραφίας Ιωσήφ Πούλιτζερ.
Λουσμένος από το «ατιθάσευτο φως τού νότου», γράφει, διαβάζει, ερευνά, ταξιδεύει. Κι όταν φτάνει το πλήρωμα του χρόνου, αντί να το «παίξει» συνταξιούχος, ο Νίκος Μαρκάκης συνεχίζει ακούραστος το γράψιμο και μετέχει ενεργά στην κοινωνική ζωή τού χωριού του από τα διοικητικά συμβούλια του πολιτιστικού συλλόγου και του αθλητικού ομίλου της περιοχής του, των οποίων είναι μέλος.
Πρόθυμος, ανταποκρίνεται σε κάθε κάλεσμα για προσφορά. Κι αποτελεί τιμή για το διοικητικό συμβούλιο του πολιτιστικού συλλόγου Πετροκεφαλίου που αναγνώρισε την προσφορά του αυτή και «σαν ελάχιστο δείγμα της εκτίμησης μας προς το δημοσιογράφο Νίκο Μαρκάκη αλλά και τον άνθρωπο που έδωσε μια άλλη πνοή στο Πετροκεφάλι μετά την επιστροφή του στις ρίζες του που τιμά το χωριό του…αποτελεί φωτεινό παράδειγμα….», όπως αναφέρει, τον τίμησε με την έκδοση αυτού του βιβλίου.
Σεμνός και μετρημένος δεν κομπάζει για το έργο του. «Ενδόμυχος πόθος μου», λέει, «είναι να διαβάσουν όλοι με συμπάθεια το βιβλίο αυτό…». Πιστέψτε με, σεβαστέ μου κύριε Νίκο Μαρκάκη, πως δε μου χρειάστηκε καμιά συμπάθεια για να το διαβάσω. Με ξενάγησε σ’ άλλες εποχές που εγώ μόνο ακουστά είχα ή κάπου είχα διαβάσει. Κι όμως δεν μπορώ να μην ομολογήσω πως έζησα, νοερά έστω, μαζί σας την ατμόσφαιρα της «Πρωτοχρονιά» του ’44, τον πόνο και τη φρίκη του ναυαγίου του «Χειμάρα», δεν κάθισα στα θρανία τού Νυχτερινού Γυμνασίου ή των Σχολών του Εθνικού Ιδρύματος και δεν έζησα τις απαγορεύσεις του Γυμνασιάρχη της μεταπολεμικής εποχής. «Φραγμοί, δεσμεύσεις, απαγορεύσεις. Μπορείτε να διαλέξετε». Πάντως χωρίς σημείωμα του Γυμνασιάρχη και τη συνοδεία συγγενούς, σινεμά δεν έβλεπε ο μαθητής έστω και πριν από τις οκτώ το βράδυ. Ταξίδεψα μαζί σας με το σιδηρόδρομο μέχρι τη «Νύμφη του Θερμαϊκού» και περπάτησα τους χώρους της 21ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Εκεί βρήκα στέγη από την Υπηρεσία Καταλυμάτων, ένοιωσα ασφαλής από την τήρηση της τάξης από την Αστυνομία και καταγράφηκα κι εγώ από τους μετρητές εσόδων.
Βαθιά ανθρώπινος συγκινείται με τη δύναμη της θέλησης, μας περιγράφει τα επιτεύγματα ενός κωφού, τους τρόπους διδασκαλίας και επικοινωνίας των κωφαλάλων κι αλλού πάλι εξυμνεί την προσφορά του μετανάστη που μοιράζει δωρεάν φαγητό σε φτωχούς και κατατρεγμένους. Κι ύστερα «ο αφροπλασμένος του νησιού», «ο πολιτισμένος της πρωτεύουσας», «ο αγνός της επαρχίας», «ο ιδεολόγος του Ελληνικού νοτιά», γίνεται ταξιδευτής και μας ξεναγεί στα πέρατα της οικουμένης με στάση μεγάλη στο Ντάργουιν, την υπόλοιπη Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Κύριε Μαρκάκη, γεννήθηκα σ’ ένα χωριό μικρότερο από το δικό σας. Στο Παγκαλοχώρι Ρεθύμνης το 1952. Τότε δηλαδή που εσείς ήδη κάνατε δημοσιογραφία. Πιστεύω πως το αρχείο σας είναι γεμάτο από περιγραφές γεγονότων που εμείς πιθανόν και να μην έχουμε ακούσει καθόλου. Δώστε τα στο αναγνωστικό κοινό κι αυτό, πιστεύω, θα τα τοποθετήσει σε εμφανές σημείο της βιβλιοθήκης του.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου