Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

Όσα δεν έγραψε η Ιστορία-ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ Γ.ΣΥΡΙΑΝΟΓΛΟΥ

Αυτή η πόλη είναι τόσο μικρή που νομίζει κάποιος πως φτάνει ν’ ανοίξει την παλάμη του ενός χεριού για την χωρέσει ολόκληρη μέσα. Γνωστοί είναι όλοι στην πολιτειούλα αυτή ένας προς έναν, ζεμένοι στο μαγκανοπήγαδο του χρόνου που γυρνά χωρίς σταματημό και σβήνεται, ταγμένοι στον αγώνα και τον σκοπό που έχει θέσει ο καθένας για τον εαυτό του ή του έχει από την Μοίρα ανατεθεί. Είναι όμως την ίδια στιγμή και τόσο μεγάλη, δυσθεώρητη στους οφθαλμούς των απλών ανθρώπων. Ποτέ δεν ξέρει τι μπορεί να συναντήσει, ποτέ δεν είναι σίγουρος για το τι του επιφυλάσσει. Αυτό ακριβώς συνέβη και σε μένα. Πιθανόν και ν’ απορείς, φίλε αναγνώστη, και ν’ αναρωτιέσαι τι μ’ έπιασε στα ξαφνικά και πού το πάω. Δίκιο έχεις και γι’ αυτό θα προσπαθήσω να γίνω πιο συγκεκριμένος.Τον Παρασκευά Συριανόγλου τον γνωρίζουμε όλοι. Εγώ τουλάχιστον θεωρούσα πως τον γνώριζα χρόνια. Ακουστά είχα για το πάθος του για την Ιωνία και δίκαια, αφού καμαρώνει για την Μικρασιατική του καταγωγή. Είναι ένας ρομαντικός, έλεγα, που επιμένει να κρατά πεισματικά τις θύμησες μιας πατρίδας χαμένης που λόγω ηλικίας δεν γνώρισε κι όμως αγάπησε και την κρατά ολοζώντανη μέσα του. Γνώριζα επίσης πως είναι ένα δραστήριο μέλος του συλλόγου Μικρασιατών, είχα ακούσει ακόμη πως το πάθος του το είχε κάνει βιβλία και πως είχε ξοδέψει χρόνο και χρήμα ταξιδεύοντας κι ερευνώντας για πηγές. Μέχρι εκεί όμως. Ώσπου ένα βράδυ βρέθηκα φιλοξενούμενος στο σπίτι των Μικρασιατών, καλεσμένος του γιατρού Μανόλη Καλλέργη, σε μια βραδιά αφιερωμένη στους Ρεθεμνιώτες λογοτέχνες.Δυο λόγια είχε κληθεί να πει ο καθένας μας για το έργο του και να διαβάσει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του. Τελευταίος στη σειρά ανέβηκε στο βήμα ο Παρασκευάς που επέλεξε να διαβάσει ένα κομμάτι από τη συνάντηση του Γιοβάνη με τον Μιρχάτ. Σεμνός, όπως είναι, και χαμηλών τόνων, διάβαζε σιγανά, δεν έδινε τον ανάλογο τόνο, και να σας πω την αλήθεια, δεν μ’ εντυπωσίασε. Άλλος ένας που έχει την «πετριά», σκέφτηκα, κι ήμουν αποφασισμένος να μην ασχοληθώ περισσότερο μιας κι αυτού του είδους η θεματολογία δεν μ’ αγγίζει. Την ώρα που φεύγαμε με πλησίασε και μου έδωσε ένα αντίτυπο του βιβλίου του, «Όσα δεν έγραψε η Ιστορία». Το πήρα μ’ ευχαρίστηση, δεν ήμουν όμως σίγουρος πως θα το διαβάσω.Ειλικρινά δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό. Αποφεύγω τα βιβλία που έχουν άσχημη κατάληξη κι αν το γνωρίζω εκ των προτέρων, απλά δεν τα διαβάζω. Κι η Μικρασιατική Καταστροφή είναι μια πληγή ανοικτή που αιμορραγεί ακόμη. Τόσες και τόσες χαμένες πατρίδες, σβησμένα όνειρα, καταστροφές, θάνατος. Ένα λαός ολόκληρος θύμα πολιτικών παθών, λαθών και σκοπιμοτήτων. Τα έχω σπουδάσει αυτά. Πολιτική Ιστορία διδαχτήκαμε στο Πανεπιστήμιο, αναλύσαμε τα αίτια, τις αφορμές και τ’ αποτελέσματα. Εντάξει, τα ξέρω. Δεν βλέπω όμως τη σκοπιμότητα γιατί να τα ξαναφέρω ζωντανά στη μνήμη μου, να συγκινηθώ, να πονέσω, ν’ αγαναχτήσω. Μ’ αυτές τις σκέψεις πήρα το βιβλίο και τ’ ακούμπησα στο γραφείο μου. Μια μέρα, δυο, μια βδομάδα. Όμως τα βιβλία με μαγνητίζουν. Μια επιθυμία ακατανίκητη αισθάνομαι να τα ξεφυλλίσω και να προσπαθήσω ν’ αποκρυπτογραφήσω το μήνυμα που θέλουν να μεταδώσουν.Επιφυλακτικά, δεν το κρύβω, το ξεκίνησα. Κι αυτό με συνεπήρε. Αιχμάλωτο μ’ έπιασε στις σελίδες του και δεν μπορούσα να ξεφύγω. Μπροστά μου ξεδιπλώθηκε «η γλυκύτερη, η ομορφότερη, ηλιομεθούσα γη» της Νέας Φώκαιας, με την αρχοντιά, τον πλούτο, τ’ αμπέλια και τα περβόλια της, τις αγωνίες των ανθρώπων της, τις ελπίδες και τα όνειρά τους. Την γνώριζα την κατάληξη κι ήθελα να ξεφύγω, να πάρω αέρα, ν’ ανασάνω, και δεν μπορούσα. Μπήκα μαζί με τους Φωκιανούς στο καράβι για τη Μυτιλήνη το ’14, τότε στο πρώτο φευγιό. Υπόφερα μαζί τους, έφτασα στα όρια της εξαθλίωσης, μπαΐλντισα. Κι «οι μπαϊλντισμένοι από τη ζωή γίνανε άκαρδοι και θεριόψυχοι, ίδιοι κι απαράλλαχτοι με αγρίμια αιμοβόρικα, λείψανα και συντρίμμια χθεσινού πολιτισμού και ευτυχίας».Γύρισα πίσω μαζί τους στην ευλογημένη γη, είδα τα όνειρα να γίνονται πραγματικότητα, έζησα στιγμές μεγαλειώδεις, είδα τη γαλανόλευκη να κυματίζει στα κτίρια και τον ελληνικό στρατό να μπαίνει λυτρωτής στην πόλη. Κι ύστερα τα όνειρα που σβήσανε, τον φόβο που φώλιασε στις ψυχές, την αγωνία για ένα αύριο χωρίς συνέχεια. Μπήκα στη γραμμή μαζί μ’ όλους αυτούς σε μια διαδρομή χωρίς τέλος που μόνο βάσανα επιφύλασσε. Εξαθλίωση, πείνα, δίψα κι ο θάνατος να παραμονεύει παντού. Νέα Φώκαια-Τσακμακλί-Μαινεμένη-Μαγνησία-Σαλικλί-Ουσάκ-Ικόνιο…Έχω διαβάσει πολλά βιβλία. Ούτε κατά προσέγγιση δεν μπορώ να υπολογίσω πόσα. Λίγα, πολύ λίγα, μετρημένα στα δάχτυλα, είναι αυτά που ξεχώρισα. Ένα απ’ αυτά είναι και το «Όσα δεν έγραψε η Ιστορία». Πιστεύω βαθύτατα πως ο Παρασκευάς Συριανόγλου έχει αδικηθεί. Το έργο του αυτό είναι μνημειώδες. Όχι για την ιστορία αυτή καθαυτή όσο για τον τρόπο που την παρουσιάζει. Η γραφή του είναι συναρπαστική, ο λόγος πλούσιος και καρπερός σαν τα χώματα της γης που περιγράφει κι είναι αμαρτία από τον Θεό τέτοια βιβλία να μην διδάσκονται στα σχολεία.Παραπονιόμαστε που τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν γράμματα, αγνοούν την ιστορία και της γυρίζουν την πλάτη. Φταίνε πολλοί και πολλά γι’ αυτό. Αν είχαν όμως βιβλία γραμμένα όπως το «Όσα δεν έγραψε η Ιστορία», σίγουρα τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: